Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

η αποστρατιωτικοποίηση

См. также в других словарях:

  • αποστρατιωτικοποίηση — η η πλήρης απομάκρυνση των στρατιωτικών δυνάμεων από μια περιοχή ή χώρα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ουδετερότητα — Νομική ή πραγματική κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα κράτη τα οποία δεν παίρνουν μέρος σε πόλεμο που διεξάγεται μεταξύ άλλων κρατών. Η ο. ως νομική κατάσταση στηρίζεται σε μια σειρά κανόνων του διεθνούς δικαίου που αποβλέπουν από το ένα μέρος… …   Dictionary of Greek

  • αφοπλισμός — Στον όρο α. συμπεριλαμβάνονται τρεις, το λιγότερο, διαφορετικές έννοιες: η καταστροφή ή η μείωση των εξοπλισμών, που επιβάλλεται σε μία ηττημένη χώρα, ο α. καθορισμένων γεωγραφικών περιοχών που προβλέπεται από διμερείς συνθήκες· η μείωση ή ο… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Βερσαλίες — (Versailles). Πόλη (85.726 κάτ. το 1999) της βόρειας Γαλλίας, πρωτεύουσα του νομού Ιβελίν, στο γεωγραφικό διαμέρισμα Ιλ ντε Φρανς, περίπου 11 χλμ. ΝΔ του Παρισιού. Οι Β. αποτελούν ουσιαστικά μεγάλο στρατιωτικό και αστικό κέντρο σε διαρκή ανάπτυξη …   Dictionary of Greek

  • Καμπ Ντέιβιντ — (Camp David). Η εξοχική κατοικία του προέδρου των ΗΠΑ. Κατασκευάστηκε από την Υπηρεσία Εθνικών Πάρκων το καλοκαίρι του 1942, κατόπιν εντολής του προέδρου Φράνκλιν Ντελάνο Ρούζβελτ, και ονομάστηκε αργότερα Κ.Ν. από τον πρόεδρο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ …   Dictionary of Greek

  • Κροατία — I Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κροατίας Έκταση: 56.542 τ. χλμ. Πληθυσμός: 4.535.054 (2001) Πρωτεύουσα: Ζάγκρεμπ (691.724 κάτ. το 2001)Κράτος της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στη Βαλκανική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΝΑ με τη Βοσνία Ερζεγοβίνη και το …   Dictionary of Greek

  • Πότσνταμ — (Potsdam). Πόλη της Γερμανίας, στον ποταμό Χάφελ, κοντά στο Βερολίνο. Ενδιαφέρον απέκτησε όταν έγινε έδρα του μεγάλου εκλέκτορα Φρειδερίκου Γουλιέλμου και γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή της επί Φρειδερίκου του Μεγάλου. Σήμερα είναι βιομηχανική πόλη… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»